Μαυρίδης Χαράλαμπος του Θεοδώρου, MD, MsC, PhDc
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ένας νέος κορωναϊός(SARS-CoV-2) ανακαλύφθηκε το Δεκέμβριο του 2019, στην Γουχάν της Κίνας. Ο ιός μεταδόθηκε μέσω της επαφής από άνθρωπο σε άνθρωπο με αποτέλεσμα να εξαπλωθεί παγκοσμίως. Η εγκατάσταση της πανδημίας μετρά άνω των 260.000.000 περιπτώσεων νόσησης και άνω των 5.000.000 θανάτων ως σήμερα 1. Η νόσος εμφανίζεται κυρίως με πυρετό, βήχα και δύσπνοια ενώ δευτερευόντως με ανοσμία, δυσγευσία, κεφαλαλγία και γαστρεντερικές διαταραχές2. Η ανακάλυψη εμβολίων και φαρμάκων έγινε επιτακτική ανάγκη καθώς η υγειονομική αναστάτωση προκάλεσε τεράστια κοινωνική ταραχή και οικονομική κατάπτωση. Το γονιδίωμα του SARS-CoV-2 αποτελείται από περίπου 29.903 νουκλεοτίδια και είναι οργανωμένο με την ακόλουθη σειρά 5′ – 3′: (ORF) 1ab, γλυκοπρωτεΐνη ακίδας (S), πρωτεΐνη ORF3a, δομική πρωτεΐνη φακέλου (E), δομική γλυκοπρωτεΐνη μεμβράνης (M), πρωτεΐνη ORF6, πρωτεΐνη ORF7a, πρωτεΐνη ORF7b, πρωτεΐνη ORF8, δομική νουκλεοκαψιδιακή-φωσφοπρωτεΐνη (N) και πρωτεΐνη ORF102.
Από την αρχή της πανδημίας έγινε προσπάθεια προσδιορισμού της αρχικής πηγής του ιού καθώς και της φυλογενετικής του ποικιλομορφίας. Μέχρι στιγμής οι παραλλαγές του ιού είναι 5 : η άλφα, η βήτα, η γάμα, η δέλτα και η όμικρον που ανακοινώθηκε πρόσφατα3.Μία νέα παραλλαγή θεωρητικά αλλά και πρακτικά θα μπορούσε να φέρει μεταλλάξεις στον ανοσολογικό στόχο όπως στη γλυκοπρωτεΐνη της ακίδας (spike), στις θέσεις δέσμευσης των εκκινητών και ανιχνευτών των ολιγονουκλεοτιδίων, μειώνοντας την ευαισθησία των διαγνωστικών εξετάσεων. H νέα παραλλαγή του ιού εν τέλει μπορεί να παρουσιάσει διαφορετική μεταδοτικότητα και μολυσματικότητα2. Συνήθως η φυσική εξέλιξη των μεταλλάξεων οδηγεί σε νέα στελέχη που προκαλούν ηπιότερα συμπτώματα στους ασθενείς, κάτι που αποτυπώθηκε στην πρώτη εμφάνιση του sars-covτο 20024, 5. Πριν την καθολική εφαρμογή του μαζικού εμβολιασμού και συγκεκριμένα μέχρι τον Μάρτιο του 2020 η κυριότερη μετάλλαξητου SARS-CoV-2 αφορούσε τις πρωτεΐνες ORF7b και ORF82.Μετά την άνοδο των ποσοστών του εμβολιασμού και συγκεκριμένα στην μετάλλαξη Ο οι μεταλλάξεις του SARS-CoV-2 αφορούν κυρίως την πρωτεΐνη της ακίδας, που αποτέλεσε ουσιαστικά τον μοναδικό στόχο των εμβολίων (Εικόνα 1) 6.
Η ακριβής προέλευση του SARS-CoV-2 μέχρι και σήμερα δεν έχει αποδειχθεί7, παρά τις δεκάδες φυλογενετικές αναλύσεις.
Μιλώντας για ίωση, αντιγόνα και εμβόλια θα πρέπει να θυμηθούμε κάποια βασικά χαρακτηριστικά που αφορούν την λειτουργία του ανοσοποιητικού. Η ανοσιακή απόκριση χωρίζεται σε δύο μέρη. Η μη ειδική ή φυσική ανοσία είναι το ένα και η ειδική ή επίκτητη ανοσία το άλλο. Φυσικά η απόκριση είναι ενιαία. Η ενεργοποίηση της φυσικής ανοσίας στηρίζεται στην αναγνώριση μιας ομάδας αντιγονικών δομών από τα μακροφάγα και τα δενδριτικά κύτταρα. Οι δομές αυτές σχετίζονται με την λοιμογόνο δράση και επιβίωση των παθογόνων, όντας συστατικά των μικροοργανισμών και όχι του ξενιστή. Για την έναρξη της ανοσιακής απάντησης πρώιμα θα πρέπει να γίνει η διάκριση της φύσης του αντιγόνου. Η ειδική ανοσιακή απόκριση επιτελείται από τα λεμφοκύτταρα σε τρεις λειτουργικά διαδοχικές φάσεις. Αρχικά διεκπεραιώνεται η φάση της αναγνώρισης του αντιγόνου, εν συνεχεία η φάση της ενεργοποίησης, όπου τα «παρθένα» (naive) λεμφοκύτταρα αρχικά πολλαπλασιάζονται και διαφοροποιούνται ως προς τα αντιγόνα και τέλος, στη δραστική (εκτελεστική) φάση, τα εκτελεστικά λεμφοκύτταρα εξουδετερώνουν το αντιγόνο.
Η ειδική ανοσιακή απόκριση περιλαμβάνει την χυμική και την κυτταρική ανοσία8.
Η χυμική ανοσία διαμεσολαβείται από τα αντισώματα που παράγονται από τα πλασματοκύτταρα, που είναι διαφοροποιημένα Β-λεμφοκύτταρα. Ο ειδικός έναντι του αντιγόνου κλώνος πλασματοκυττάρων, πολλαπλασιάζεται και έτσι παράγονται πολλά αντισώματα ώστε να εξουδετερώσουν ή να οψωνοποιήσουν το αντιγόνο. Η κυτταρική ανοσία επιτελείται από τα αντιγονοειδικά CD4+ βοηθητικά και CD8+ κυτταροτοξικά Τ-λεμφοκύτταρα. Προϋπόθεση για την ενεργοποίηση των Τ-λεμφοκυττάρων αποτελεί η πρόσληψη του αντιγόνου από τα αντιγονοπαρουσιαστικά κύτταρα (μακροφάγα, δενδριτικά). Μετά την ενεργοποίηση τους τα Τ-λεμφοκύτταρα πολλαπλασιάζονται, διαφοροποιούνται, παράγουν κυτταροκίνες και τελικά καταστρέφουν το παθογόνο. Τα βοηθητικά Τ-λεμφοκύταρα εκκρίνουν IFNy (ThI τύπου 1) επάγοντας την κυτταρική ανοσία IL-4, IL-5 (Th2 τύπου 2) επάγοντας την χυμική ανοσία, συνθέτουν IL-I7 (Τη17) και εμφανίζουν σημαντικό ρόλο στην οξεία φλεγμονή (ρυθμιστικά Τ-λεμφοκύτταρα) καταστέλλοντας την υπέρμετρη ανοσιακή απάντηση με την παραγωγή IL-I0 ή TGF-β. Ο ακρογωνιαίος λίθος της ειδικής ανοσίας είναι η ικανότητα διάκρισης των αυτόλογων στοιχείων από τα δυνητικά παθογόνα. Οτιδήποτε διαταράξει την ομοιοστασία της φυσικής και ειδικής άμυνας ιδιαίτερα στην αναγνώριση «εαυτού – μη εαυτού» ευοδώνει την παθογένεση ανοσολογικά διαμεσολαβούμενων νόσων8.
Έτσι μπορεί να έχουμε ανεπάρκεια του ανοσιακού μηχανισμού, ως συνέπεια αποτυχίας της φυσιολογικής λειτουργίας του (hiv, αγαμμασφαιριναιμία), δυσλειτουργία ενός κατά τα άλλα ακέραιου ανοσοποιητικού καθώς το ‘’έξυπνο’’ ανοσοποιητικό αναγνωρίζει και εξουδετερώνει τους ‘’εισβολείς’’ με τέτοιο τρόπο ώστε να μην δημιουργούνται δευτερογενώς προβλήματα στον οργανισμό. Ο βαθμός, η έναρξη και η λήξη της ανοσιακής απάντησης πρέπει να ανταποκρίνονται στο εκάστοτε αντιγόνο. Η εκτροπή της φυσιολογικής απόκρισης οδηγεί σε παθολογία. Επιπλέον μία διαταραχή της διακριτικής ικανότητας του ανοσοποιητικού(αυτόλογα / παθογόνα) μπορεί να οδηγήσει σε ιστικές βλάβες αυτοάνοσης αρχής8.
Σκοπός του άρθρου είναι να αναδείξει τα πραγματικά ερωτήματα που αφορούν την αρχή λειτουργίας του ανοσοποιητικού σε σχέση με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα των εμβολίων καθώς και την λανθασμένη κατεύθυνση των πολιτικών μέτρων στην διαχείριση της πανδημίας.